- μετακυκλεῖσθαι
- μετακυκλέομαιhave their orbits changedpres inf mp (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μετακυκλούμαι — μετακυκλοῡμαι, έομαι (Α) (για τους αστέρες) μεταβάλλω την τροχιά μου («ἄλλοτε δὲ ἄλλα πρᾱττον πλανᾱσθαί τε καὶ μετακυκλεῑσθαι», Πλάτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α) * + κυκλοῦμαι «μεταβάλλομαι» (< κύκλος)] … Dictionary of Greek